- σεισμοναστία
- η, Νβοτ. χαρακτηριστικές γρήγορες κινήσεις ορισμένων φυτών ή οργάνων τους, οι οποίες αποτελούν απόκριση σε εξωτερικά ερεθίσματα, όπως είναι η δόνηση, ο κλονισμός ή το χτύπημα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. seismonasty (< σεισμός + -ναστία < ναστός)].
Dictionary of Greek. 2013.